Ενδοκρινολογία της εγκυμοσύνης
Η ενδοκρινολογία της ανθρώπινης εγκυμοσύνης περιλαμβάνει ενδοκρινικές και μεταβολικές αλλαγές που προκύπτουν από τις φυσιολογικές αλλαγές στην εμβρυοπλακουντιακή μονάδα που συνδέει τη μητέρα με το έμβρυο. Η εμβρυοπλακουντιακή μονάδα αποτελει τη διασύνδεση μητέρας και εμβρύου και είναι η κύρια πηγή παραγωγής και έκκρισης πρωτεϊνικών και στεροειδών ορμονών. Πολλές από τις ενδοκρινικές και μεταβολικές αλλαγές που συμβαίνουν κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης οφείλονται άμεσα στις ορμόνες που εκκρίνονται από την εμβρυοπλακουντιακή μονάδα και αλλάζουν τη λειτουργία όλων των άλλων ενδοκρινών αδένων της μητέρας. Η εγκυμοσύνη μπορεί να μιμηθεί κλινικά και εργαστηριακά πολλές ενδοκρινικές διαταραχές όπως υπερθυρεοειδισμό, νόσο του Cushing (υπερλειτουργία των επινεφριδίων), αδένωμα υπόφυσης, σακχαρώδη διαβήτη, σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, και πολλές άλλες χωρίς όμως να υπάρχει πραγματικά παθολογική κατάσταση.
Η έναρξη και η συντήρηση της εγκυμοσύνης εξαρτάται κυρίως από τις αλληλεπιδράσεις νευρωνικών και ορμονικών παραγόντων. Ο σωστός συγχρονισμός αυτών των νευρο-ενδοκρινικών σημάτων εντός του πλακούντα και μεταξύ του πλακούντα, του εμβρύου και της μητέρας είναι κρίσιμος στο να κατευθύνει την αύξηση και την ανάπτυξη του εμβρύου μέχρι και το συντονισμό του χρονικής στιγμής του τοκετού. Προσαρμογές της μητέρας σε ορμονικές αλλαγές που συμβαίνουν κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης επηρεάζουν άμεσα την ανάπτυξη του εμβρύου και του πλακούντα. Οι προσαρμογές που λαμβάνουν χώρα κατά την εγκυμοσύνη περιλαμβάνουν τη δημιουργία ενός υποδεκτικού ενδομήτριου, την εμφύτευση και τη διατήρηση της πρώιμης εγκυμοσύνης, την τροποποίηση του συστήματος της μητέρας προκειμένου να παράσχει επαρκή θρεπτική υποστήριξη για το αναπτυσσόμενο έμβρυο, και την προετοιμασία για τον τοκετό και τη μετέπειτα γαλουχία.
Ο συγχρονισμός μεταξύ της ανάπτυξης του πρώιμου εμβρύου και της δημιουργίας ενός υποδεκτικού ενδομήτριου είναι αναγκαία για να επιτραπεί η εμφύτευση και η πρόοδος, στη συνέχεια, της εγκυμοσύνης. Η προγεστερόνη και τα οιστρογόνα έχουν ένα μεγάλο ρόλο, μαζί με άλλες ορμόνες. Η προγεστερόνη έχει αποδειχθεί ότι διεγείρει την έκκριση των κυτοκινών Th2 και μειώνει την έκκριση κυτοκινών Th1 που διατηρεί εγκυμοσύνη. Υποστηρικτική ορμονική θεραπεία στην αρχή της εγκυμοσύνης συνδέεται με μια σημαντική ευεργετική επίδραση στην έκβαση της εγκυμοσύνης. Η οδός χορήγησης παίζει σημαντικό ρόλο στο προφίλ ασφάλειας και αποτελεσματικότητας του φαρμάκου στα διάφορα τρίμηνα της εγκυμοσύνης.
Διαταραχές του θυρεοειδούς και η εμφάνιση σακχαρώδους διαβήτη πρέπει να παρακολουθούνται και να αντιμετωπίζονται αναλόγως γιατί δεν έχουν μόνο μεγάλη επίδραση στην έκβαση της εγκυμοσύνης, αλλά επηρεάζουν το έμβρυο κατά την εγκυμοσύνη και τη μετέπειτα ζωή του.