Επιλογή Σελίδας

Εγκυμοσύνη και Σακχαρώδης Διαβήτηςpregnant_woman

Έγκυες που παρουσιάζουν αυξημένο σάκχαρο στην εγκυμοσύνη είναι αυτές που για πρώτη φορά εμφανίζουν αυξημένο σάκχαρο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και αυτές με προϋπάρχοντα σακχαρώδη διαβήτη.

Σακχαρώδης Διαβήτης Εγκυμοσύνης (ΣΔΕ)

Σακχαρώδη διαβήτη εγκυμοσύνης λέμε ότι παρουσιάζουν γυναίκες για πρώτη φορά στην εγκυμοσύνη, χωρίς να είχαν ποτέ προηγουμένως αυξημένο σάκχαρο, και εξαφανίζεται συνήθως μετά το τοκετό. Βασική διαφορά των εγκύων με ΣΔΕ σε σχέση με εγκύους με προϋπάρχοντα διαβήτη είναι ότι το αυξημένο σάκχαρο δεν παρουσιάζεται συνήθως από την αρχή της εγκυμοσύνης αλλά αργότερα μετά το πέμπτο με έκτο μήνα (24η με 28η βδομάδα), αφού έχει ολοκληρωθεί η οργανογένεση του εμβρύου.

Υπάρχουν όμως και έγκυες που παρουσιάζουν αυξημένο σάκχαρο νωρίτερα, από τις πρώτες βδομάδες της εγκυμοσύνης, ανάλογα με διάφορους προδιαθεσικούς παράγοντες, όπως αναφέρονται παρακάτω.

Διεθνώς, ΣΔΕ παρουσιάζεται σε ένα ποσοστό περίπου 5-7% όλων των εγκύων. Γυναίκες όμως μεσογειακής, λατινικής, και αφρικανικής καταγωγής πιστεύεται ότι εμφανίζουν αυξημένα ποσοστά ΣΔΕ μέχρι και 20%.

Οι λόγοι που συμβάλλουν στη γένεση του ΣΔΕ ή στην επιδείνωση προϋπάρχοντος διαβήτη είναι η αύξηση του σωματικού βάρους και οι διάφορες ορμόνες που παράγονται από το πλακούντα στη εγκυμοσύνη. Οι ορμόνες αυτές είναι απαραίτητες για τη φυσιολογική ανάπτυξη του εμβρύου, αλλά εμποδίζουν στη μητέρα τη δράση της ινσουλίνης. Η ινσουλίνη είναι ορμόνη που παράγεται από το πάγκρεας και ρυθμίζει τα επίπεδα του σακχάρου στο αίμα. Η ινσουλίνη κυκλοφορεί σε όλο το σώμα, αυξάνει την είσοδο του σακχάρου του αίματος στα κύτταρα των διαφόρων ιστών για να παράγουν ενέργεια, και έτσι ελαττώνεται το σάκχαρο στο αίμα. Όταν εμποδίζεται η δράση της ινσουλίνης, αναπτύσσεται δηλαδή αντίσταση, το πάγκρεας παράγει περισσότερη ινσουλίνη. Όταν λοιπόν φθάσει στο σημείο που δε μπορεί να παράγει ακόμη περισσότερη, τότε αθροίζεται το σάκχαρο στο αίμα πέρα από το κανονικά όρια και έχουμε αυξημένο σάκχαρο.

Η εμφάνιση ΣΔΕ μπορεί να επηρεάσει και την έγκυο και το έμβρυο. Αν αφήσουμε το ΣΔΕ χωρίς θεραπεία αυξάνεται ο κίνδυνος να εμφανιστούν στην έγκυο επιπλοκές όπως αποβολή ή παλίνδρομος, το σύνδρομο προεκλαμψίας (αύξηση της πίεσης, οιδήματα, λεύκωμα στα ούρα), αύξηση του αμνιακού υγρού, και πρόωρος τοκετός. Αντίστοιχα το πιο συχνό πρόβλημα στο έμβρυο είναι η μακροσωμία, δηλαδή μεγαλύτερη ανάπτυξη από ότι θα δικαιολογούσε η εβδομάδα της εγκυμοσύνης. Η μακροσωμία οφείλεται στο ότι περνάει περισσότερο σάκχαρο από τη μητέρα, μέσω του πλακούντα, στο έμβρυο με αποτέλεσμα να μεγαλώνει πιο γρήγορα. Το μεγαλύτερο έμβρυο είναι πιθανόν να γεννηθεί νωρίτερα και να παρουσιάσει αναπνευστικά προβλήματα αφού οι πνεύμονες είναι από τα τελευταία όργανα που ωριμάζουν. Επιπλέον, ένα μεγάλο μωρό, πάνω από 4 κιλά, παρουσιάζει δυσκολίες στο τοκετό (δυστοκία) και συχνά χρειάζεται να γίνει καισαρική. Μωρά που γεννούνται από μητέρες με αρρύθμιστο ΣΔΕ μπορεί να παρουσιάσουν το πρώτο 24ωρο πολύ χαμηλό σάκχαρο (υπογλυκαιμία), πολύ χαμηλό ασβέστιο (υπασβεστιαιμία), αυξημένο αριθμό ερυθρών αιμοσφαιρίων στο αίμα, αναπνευστικά προβλήματα (Σύνδρομο Αναπνευστικής Δυσχέρειας των νεογνών – RDS) και αργότερα ίκτερο. Ορισμένες μελέτες δείχνουν ότι παιδιά που γεννήθηκαν από μητέρες με αρρύθμιστο ΣΔΕ στο πρώτο τρίμηνο έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να παρουσιάσουν γενετικές ανωμαλίες (γαστρεντερικό, καρδιά, μάτια, σκελετός και εγκέφαλος) και αργότερα στη ζωή τους παχυσαρκία, μεταβολικό σύνδρομο, πολυκυστικές ωοθήκες και σακχαρώδη διαβήτη.

Ο διαβήτη της εγκυμοσύνης είναι προσωρινή κατάσταση. Μόλις γεννηθεί το μωρό και βγει ο πλακούντας, οι ορμόνες που προκαλούσαν την ανθεκτικότητα – αντίσταση στην ινσουλίνη μειώνονται και το σάκχαρο επιστρέφει στο φυσιολογικό. Είναι σπάνιο στο ΣΔΕ να παραμείνει το πρόβλημα και μετά το τοκετό, άλλωστε αυτό ελέγχεται 2-3 μήνες μετά το τοκετό με εξετάσεις αίματος. Παρ’ όλα αυτά, οι στατιστικές δείχνουν ότι γυναίκες με ΣΔΕ έχουν σε ένα ποσοστό μεγαλύτερες πιθανότητες να αναπτύξουν σακχαρώδη διαβήτη ενηλίκων αργότερα στη ζωή τους. Θα πρέπει λοιπόν να προσέχουν το βάρος τους, τη διατροφή τους και να ασκούνται, παράγοντες σημαντικοί στην πιθανότητα εμφάνισης σακχαρώδους διαβήτη.

Προδιαθεσικοί Παράγοντες για την Εμφάνιση ΣΔΕ

Οποιαδήποτε έγκυος μπορεί να παρουσιάσει ΣΔΕ αλλά συγκεκριμένες γυναίκες έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα. Υπάρχουν διάφοροι προδιαθεσικοί παράγοντες για την εμφάνιση ΣΔΕ. Αυτοί είναι:

  •  Μεγαλύτερο βάρος πριν την εγκυμοσύνη
  • Ηλικία μεγαλύτερη από 25
  • Κληρονομική προδιάθεση για σακχαρώδη διαβήτη
  • Σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών
  • Παθολογική καμπύλη σακχάρου πριν την εγκυμοσύνη
  • Σακχαρώδη διαβήτη εγκυμοσύνης σε προηγούμενη εγκυμοσύνη
  • Υπερβολική αύξηση βάρους στην αρχή της εγκυμοσύνης
  • Μεγαλύτερη ποσότητα αμνιακού υγρού (πολυυδράμνιο)
  • Προηγούμενο μωρό ή η ίδια η έγκυος με μεγαλύτερο βάρος γέννησης (κορίτσι πάνω από 3.600 γρ, αγόρι πάνω από 3.800 γρ)
  • Προηγούμενη παλίνδρομη κύηση
  • Επανειλημμένες αποβολές

Η παρουσία δύο ή περισσοτέρων προδιαθεσικών παραγόντων συνιστά υψηλό κίνδυνο για εμφάνιση ΣΔΕ, η παρουσία ενός προδιαθεσικού παράγοντα συνιστά μεσαίο κίνδυνο.

Πότε Πρέπει να Γίνεται ο Έλεγχος

Ο έλεγχος για ΣΔΕ, εφ’ όσον δεν υπάρχουν  προδιαθεσικοί παράγοντες, γίνεται συνήθως το πέμπτο με έκτο μήνα (24η με 28η βδομάδα). Σε περίπτωση όμως που υπάρχουν δύο ή περισσότεροι από τους προδιαθεσικούς παράγοντες, τότε ο έλεγχος πρέπει να γίνεται νωρίτερα, αμέσως μετά το θετικό τεστ εγκυμοσύνης ή πριν τη 12η βδομάδα, και αν είναι αρνητικός να επαναλαμβάνεται αργότερα.

Διάγνωση Σακχαρώδη Διαβήτη Εγκυμοσύνης

Οι περισσότερες έγκυες με ΣΔΕ δεν έχουν κανένα σύμπτωμα. Συνήθη συμπτώματα της εγκυμοσύνης μπορεί να είναι και συμπτώματα ΣΔΕ όπως κόπωση, πολυδιψία, πολυουρία, ναυτία, έμετοι, αύξηση ή και ελάττωση βάρους. Είναι επομένως σημαντικός ο συχνός υπερηχογραφικός έλεγχος του μωρού. Σε περίπτωση που με τον υπέρηχο προσδιορίζεται η ανάπτυξη του εμβρύου να είναι μεγαλύτερη από την αναμενόμενη για την εβδομάδα της εγκυμοσύνης πρέπει να γίνεται έλεγχος για ΣΔΕ.

Χαρακτηριστικό της εγκυμοσύνης είναι ότι το σάκχαρο αυξάνει σε παθολογικά επίπεδα μόνο μετά τα γεύματα και είναι φυσιολογικό προ φαγητού. Έλεγχος πρέπει να γίνεται σε όλες τις εγκύους με τη χορήγηση γλυκόζης.

Το απλούστερο τεστ είναι η μέτρηση του σακχάρου αίματος 1 ώρα μετά από τη λήψη 50 γρ γλυκόζης. Εάν το σάκχαρο είναι κάτω από 130 το τεστ θεωρείται αρνητικό. Εάν είναι πάνω από 130 τότε ο γιατρός μπορεί να συστήσει παρακολούθηση ή να συστήσει τη τρίωρη καμπύλη γλυκόζης.

Η τρίωρη καμπύλη γλυκόζης πραγματοποιείται πρωί μετά από 3 μέρες απαραίτητη φόρτιση με υδατάνθρακες (δηλαδή ημερήσια διατροφή με μεγάλες ποσότητες σε ψωμί, πατάτες, μακαρόνια, ρύζι, φρούτα, γλυκά). Γίνεται αιμοληψία πριν (0) και 1, 2 και 3 ώρες μετά τη χορήγηση 100 γρ γλυκόζης σε 1 ποτήρι νερό. Μπορεί να προσθέσουμε λίγο λεμόνι συνήθως στο διάλυμα για λόγους γεύσης. Οι φυσιολογικές τιμές είναι οι παρακάτω:

  Φυσιολογικές τιμές   καμπύλης σακχάρου με 100 γρ γλυκόζης

ΧΡΟΝΟΣ

ΙΣΧΥΟΝΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ

ΝΕΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ

0’

Μέχρι   95

Μέχρι   95

1   ώρα

Μέχρι   180

Μέχρι   170

2   ώρες

Μέχρι   155

Μέχρι   130

3   ώρες

Μέχρι   140

Μέχρι   120

Εάν δύο και περισσότερες τιμές είναι παθολογικές τότε έχουμε ΣΔΕ και ξεκινάμε παρακολούθηση. Εάν μόνο μια τιμή είναι παθολογική λέμε ότι έχουμε δυσανεξία γλυκόζης και μπορούμε να αποφασίσουμε παρακολούθηση ή επανάληψη του τεστ αργότερα. Πρόσφατα, ορισμένες μελέτες προτείνουν τα όρια να ελαττωθούν ώστε στη 1 ώρα να είναι 170, στις 2 ώρες 130, και στις 3 ώρες 120.

Θεραπεία Σακχαρώδη Διαβήτη Εγκυμοσύνης

Στις περισσότερες περιπτώσεις εγκύων με ΣΔΕ η αρχική θεραπεία είναι μόνο σωστή διατροφή και αύξηση της κινητικότητας όσο αυτή επιτρέπεται από την εγκυμοσύνη. Η διατροφή απαρτίζεται από μικρά και συχνά γεύματα με σύμπλοκους υδατάνθρακες, αρκετή ποσότητα σε φυτικές ίνες, απαραίτητα ιχνοστοιχεία και φυσικές βιταμίνες. Η διατροφή πρέπει απαραίτητα να εξατομικεύεται σε ποσότητα και σύνθεση ανάλογα με την έγκυο, το αρχικό της βάρος, τη βδομάδα της εγκυμοσύνης που διανύει, την παρουσία περισσοτέρων από ένα έμβρυα, την πρόοδο του βάρους του εμβρύου, τη παρουσία ή όχι περισσοτέρου αμνιακού υγρού και άλλους παράγοντες που πιθανόν να συνυπάρχουν.Diabetes_meter

Η παρακολούθηση συνίσταται στο καθημερινό έλεγχο σακχάρου αίματος και οξόνης (κετόνης) ούρων. Υπάρχουν διάφοροι παράγοντες που προσδιορίζουν εάν η διατροφική παρέμβαση θα είναι αρκετή για τη θεραπεία του ΣΔΕ. Χαρακτηριστικό των εγκύων με ΣΔΕ είναι ότι το σάκχαρο αυξάνει μόνο μετά τα γεύματα και είναι φυσιολογικό προ φαγητού. Κριτήρια απαραίτητα για τη συνέχιση της θεραπείας μόνο με δίαιτα θεωρούνται να είναι το πρωινό σάκχαρο νηστείας κάτω από 95, το σάκχαρο 1 ώρα μετά τα γεύματα κάτω από 120, και πλήρης απουσία οξόνης στα ούρα,. Επιπλέον στοιχεία όμως πρέπει να λαμβάνονται υπ’ όψιν, όπως ο υπερηχογραφικός έλεγχος της ανάπτυξης του εμβρύου, η ποσότητα του αμνιακού υγρού, η παρουσία οιδήματος, η κατάσταση του πλακούντα και η καλή κυκλοφορία του αίματος από τη μητέρα στο έμβρυο.

Σε περίπτωση που η θεραπεία μόνο με διατροφική παρέμβαση κρίνεται μη αποτελεσματική με βάσει τα συγκεκριμένα κριτήρια, τότε συνιστάται η προσθήκη ινσουλίνης, συνήθως πριν από τα γεύματα. Οι σημερινές μορφές ινσουλίνης κάνουν τη θεραπεία σχετικά απλή και τη ρύθμιση του σακχάρου εξαιρετικά αποτελεσματική. Η ινσουλίνη δεν περνάει τον πλακούντα και έτσι δεν έχει δράση στο έμβρυο. Είναι όμως σημαντικό να αποφεύγονται οι υπογλυκαιμίες από μεγάλες δόσεις ινσουλίνης γιατί αν η μητέρα παρουσιάζει χαμηλό σάκχαρο και το μωρό θα έχει χαμηλό σάκχαρο. Παρ’ όλο που δεν υπάρχουν συγκεκριμένες μελέτες, οι υπογλυκαιμίες στο μωρό έχουν τη δυνατότητα να του δημιουργήσουν πρόβλημα πέρα από τη καθυστέρηση στην ανάπτυξη του.#Φθάνοντας στο τοκετό είναι επίσης σημαντικό το σάκχαρο της εγκύου να είναι ρυθμισμένο σχετικά χαμηλά (70-110) τις προηγούμενες 24 με 48 ώρες για να αποφύγουμε μεταβολικά προβλήματα στο μωρό το πρώτο 24ωρο της ζωής του με κυριότερα αυτά της υπογλυκαιμίας, χαμηλού ασβεστίου και αναπνευστικής δυσχέρειας.

Ο ΣΔΕ μπορεί να παρουσιάζει δυσκολίες για την έγκυο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, αλλά είναι κάτι που αντιμετωπίζεται με εξαιρετική αποτελεσματικότητα. Στη μεγάλη πλειονότητα των εγκύων είναι μια παροδική κατάσταση και οι περισσότερες γυναίκες δεν πρόκειται να αντιμετωπίσουν πρόβλημα σακχάρου αργότερα στη ζωή τους, παρά μόνο σε μια πιθανή επόμενη εγκυμοσύνη. Να θυμόμαστε ότι ο θηλασμός συνιστάται ιδιαιτέρα στις γυναίκες που παρουσίασαν αυξημένο σάκχαρο στην εγκυμοσύνη τους.

Έγκυος με Προϋπάρχοντα Σακχαρώδη Διαβήτη

Οι έγκυες με προϋπάρχοντα σακχαρώδη διαβήτη πρέπει να έχουν πολύ καλά ρυθμισμένο το διαβήτη τους για τουλάχιστον 2 μήνες πριν μείνουν έγκυες. Συνήθως, ξεκινούν μια μικρή δόση ινσουλίνης τη περίοδο πριν την εγκυμοσύνη και συνεχίζουν αποκλειστικά με ινσουλίνη με το πρώτο θετικό τεστ εγκυμοσύνης. Το συνήθη χάπια του σακχαρώδη διαβήτη αντενδείκνυνται κατά την εγκυμοσύνη.

Ερωτήσεις για το γιατρό σας:

  • Πως μπορώ να ξέρω αν διατρέχω κίνδυνο για σακχαρώδη διαβήτη εγκυμοσύνης;
  • Είμαι υπέρβαρη, θα έπρεπε να ελεγχθώ πριν την εγκυμοσύνη;
  • Εάν δεν έχω οποιαδήποτε συμπτώματα θα πρέπει να ελεγχθώ για σακχαρώδη διαβήτη εγκυμοσύνης;
  • Πως μπορεί να με επηρεάσει ο σακχαρώδης διαβήτης εγκυμοσύνης;
  • Πως μπορεί να επηρεάσει το μωρό μου ο σακχαρώδης διαβήτης εγκυμοσύνης;
  • Μπορώ να ελέγξω μόνο με δίαιτα το σακχαρώδη διαβήτη εγκυμοσύνης;
  • Πότε πρέπει να χρησιμοποιήσω ινσουλίνη;
  • Τι έλεγχο πρέπει να κάνω για να δω αν έχω σακχαρώδη διαβήτη εγκυμοσύνης;
  • Τι θα μπορούσε να συμβεί αν δεν κάνω καμία θεραπεία για το σακχαρώδη διαβήτη εγκυμοσύνης;
  • Θα φύγει το σάκχαρο μετά την εγκυμοσύνη;